присоединять - translation to Αγγλικά
DICLIB.COM
AI-based language tools
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από τεχνητή νοημοσύνη

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

присоединять - translation to Αγγλικά


присоединять      
присоединить
v.
join, adjoin, connect, associate
присоединять      

см. тж. включать


• When ferrous iron takes on oxygen, it turns a ferric red.


• Ammonium chloride can add (on) 3 to 6 molecules of ammonia to form complex salts.


• These materials have no tendency to gain protons.


• Thin conductors can be joined to members of similar thickness ...


• The isoalloxazine ring of FAD picks up a hydrogen ion from the solvent.


• An impurity atom which can accept (or take up) one or more electrons ...


• The sulphur hexafluoride molecule readily acquires (or adds on) free electrons, forming a heavy negative ion.

affiliate, affix      
присоединять

Ορισμός

присоединять
ПРИСОЕДИН'ЯТЬ, присоединяю, присоединяешь. ·несовер. к присоединить
.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για присоединять
1. Они начали присоединять к компьютеру практически все.
2. Современным геополитикам необходимо присоединять территории к России.
3. На выборах их будут автоматически присоединять к более крупным соседям?
4. Компания и без этого имеет достаточный стимул присоединять вовремя.
5. Грузию что ли придется к Южной Осетии присоединять?
Μετάφραση του &#39присоединять&#39 σε Αγγλικά